Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2008

Κάποιος δακρύζει φωτιά

Κάποιες φορές βλέπω φλόγες μέσα στα ματιά ανθρώπων που ελπίζουν. Μια μέρα ένας από αυτούς μου είπε πως η ελπίδα του υλοποιήθηκε. Εμπνευσμένος λοιπόν από την ιστορία ,της δικιάς του ελπίδας, έγραψα το πιο κάτω κείμενο.

For my digital art I used these marvelous photographs: 1 ,2 ,3. My thanks, Sideras

Εκείνη καθηλωμένη μέσα στην αγκαλιά του ,άπλωσε το χέρι της και χάιδεψε τα μαλλιά του. Έβγαλε ύστερα από πάνω της, το σακάκι του και κάθισε δίπλα του .Είχε πολλά να του πει ,δεν ήξερε από πού ν’ αρχίσει .Αλλά ήξερε πως θα το τελείωνε. Ήδη είχε τελειώσει για εκείνη . Μετά από την απόφαση της….,την πράξη της αυτή. Τίποτε δεν την κρατούσε κοντά του, τίποτα δεν θα τη έδενε μαζί του. Του είπε να μην την κοιτάξει ξανά, να μην αγγίξει το ζεστό του βλέμμα το ψέμα της. Να την αφήσει να φύγει μακριά, να πει πως δεν την αγαπά, δεν την αγάπησε ποτέ. Η κοπέλα όμως ,έκανε να φύγει πρώτη .Εκείνος την σταμάτησε λέγοντας της: «Εσύ με αγαπάς;». Εκείνη γύρισε και του φώναξε δακρύζοντας βροχή: «Κοίταξε με ,δεν ταιριάζουμε! Έχεις στα μάτια σου πολλή φωτιά».

Καθώς έφευγε , της έριξε μια τελευταία ματιά και ένιωσε να πείσθηκε, ότι δεν άξιζε .Μέσα της ήτανε κάποτε κριμένο εκείνο το μικρό τους, …. το φως. Και όμως εκείνη ,σκότωσε την αλήθεια τούς.

Ήταν εκείνη την ώρα που ο ήλιος φιλούσε την θάλασσα , που η φωτιά έκανε έρωτα με το νερό. Η δυο αγκαλιασμένες σκιές χώρισαν. Η θάλασσα ζέστανε για λίγο το κρύο της νερό , μετά έπνιξε τον ήλιο που δεν διαμαρτυρήθηκε και σκοτείνιασε .

Εκείνος φόρεσε το σακάκι του. Πορεύτηκε προς την πόλη δακρύζοντας φωτιά … Χαράματα βρέθηκε σε μια καφετέρια .Παράγγειλε τσάι. Μια κοπέλα πλησίασε στο τραπέζι του για να τον σερβίρει. Εκείνος έβαλε στα χείλη του ένα τσιγάρο και πήγε να το ανάψει, αλλά διαπίστωσε ότι ξέμεινε από φωτιά. Η κοπέλα έβγαλε από την τσέπη της ποδιάς της ένα αναπτήρα ,άπλωσε το χέρι της και του άναψε το τσιγάρο. Εκείνος ξεφύσησε την πρώτη ρουφηξιά αναστενάζοντας ταυτόχρονα .Η κοπέλα έκανε να φύγει .Εκείνος την σταμάτησε λέγοντας της : «Δεσποινίς , ξεχάσατε την φωτιά σας ».Εκείνη τον κοίταξε για λίγο και του αποκρίθηκε χαμογελώντας χρώματα: «Κράτησε την ,γιατί έχεις όμορφα μάτια .Μάτια που ‘χουν το χρώμα του ηλιοβασιλέματος».

Καθώς έφευγε , της έριξε μια τελευταία ματιά και ένιωσε να πείσθηκε, ότι άξιζε .Μέσα της κάποτε θα μεγάλωνε άφοβα εκείνο το μικρό τους, …. το φως. Ήταν σίγουρος ότι αυτή ,θα κρατούσε την αλήθεια τους.

Εκείνη την ώρα ο ήλιος φυλούσε την θάλασσα , η φωτιά έκανε έρωτα με το νερό. Η δυο αγκαλιασμένες σκιές έγιναν ένα. Η θάλασσα ζέστανε το κρύο της νερό και μετά ο ήλιος σηκώθηκε φωτίζοντας τα πάντα.

Κάποιος δακρύζει φωτιά

Κάποιες φορές βλέπω φλόγες μέσα στα ματιά ανθρώπων που ελπίζουν. Μια μέρα ένας από αυτούς μου είπε πως η ελπίδα του υλοποιήθηκε. Εμπνευσμένος λοιπόν από την ιστορία ,της δικιάς του ελπίδας, έγραψα το πιο κάτω κείμενο.